Τραχιά καλντερίμια διατρέχουν το χωριό, τροφοδοτούν σαν φλέβες το σώμα του με ζωή, ελίσσονται κάτω από τα πόδια σου τα άμαθα σε τέτοια υλικά. Γκρίζα πελεκητή πέτρα, ξύλο και τρεχούμενο νερό έχουν δεθεί μεταξύ τους σε έναν αρραβώνα που κρατάει αιώνες. Η σιωπή, το μακρινό γάβγισμα ενός σκύλου, το θρόισμα των φύλλων, το κελάϊδισμα των πουλιών και η βοή του Καλαρρύτικου που ρέει ορμητικός στη χαράδρα συντροφεύουν τα ξυπνήματά σου. Τότε που ανυπόμονος θέλεις να αφήσεις την αυλή του ξενώνα σου για εξερευνήσεις.
Βρεθήκαμε στους Καλαρρύτες: Ένα βλαχοχώρι περήφανο, απροσποίητο, αυθεντικό που δεν φτιασιδώνει τις ατέλειές του. Σπίτια με λαμαρινένιες στέγες φωλιάζουν ανάμεσα στα αναστηλωμένα. Στους παλιούς τενεκέδες οργιάζουν οι τριανταφυλλιές.
Το καμπαναριό του Αγίου Νικολάου ξεχωρίζει από παντού. Στη μικρή πλατεία παρατάσσονται τα καφενεία-ταβέρνες και από πάνω ο Άκανθος, το παντοπωλείο-ταβέρνα του Ναπολέοντα. Τα μικρά γεφύρια που τα λένε Μίντζα και Τουρτούρη στολίζουν τα σοκάκια μαζί με τη θολωτή βρύση του Παράσχη και όλες τις άλλες μέσα και γύρω από τους Καλαρρύτες. Πλούτος, εμπόριο, προκοπή -όλα είναι μακρινό παρελθόν. Αλλά όχι ξεχασμένο.
Με πεντιγκρί
Τόπος καταγωγής των ιδρυτών του διάσημου οίκου κοσμημάτων και πολλών πλούσιων αργυροχόων, οι Καλαρρύτες άνθισαν από τα μέσα του 18ο αιώνα ως τις αρχές του 19ου και οι Καλαρρυτινοί είχαν υποκαταστήματα στην Ιταλία, στην Ισπανία, στην Αυστρία και σε άλλα μέρη.
Φημισμένοι και για τα μάλλινα είδη ρουχισμού που παρήγαγαν, οι κάτοικοι είχαν φθάσει έως και τους 5.000. Τα μεγαλεία τελείωσαν όταν το χωριό κάηκε το 1821 από τους Τούρκους και οι πλούσιοι τράπηκαν σε φυγή.
Άλλοι όμως δεν το έβαλαν κάτω. Από το 1840 και μετά το ξανάκτισαν και τα χιλιάδες πρόβατα που εξέτρεφαν στα γύρω βοσκοτόπια τους εξασφάλισαν τα προς το ζην. Λιγότερο μεγαλόπρεπος σήμερα, όμως με αυθεντική ψυχή και αξιοθαύμαστη παραδοσιακή αρχιτεκτονική, ο οικισμός των Καλαρρυτών είναι ένας τόπος που ανασύρει στην επιφάνεια συναισθήματα και την ανακουφιστική σκέψη ότι ναι, ο μαζικός τουρισμός δεν έχει καταφέρει ακόμη να σκαρφαλώσει μέχρι αυτές τις περήφανες βουνοκορφές της Πίνδου.
Ενα από τα ωραιότερα μονοπάτια στα Τζουμέρκα είναι αυτό που συνδέει τους Καλαρρύτες με το Συρράκο κατηφορίζοντας προς τον Καλαρρύτικο ποταμό με το πέτρινο γεφύρι μέσα σε καταπράσινη φύση (1,7 χλμ.).
Ο «αυχένας» του Μπάρου
Είναι η ορεινή διαδρομή από το Μέτσοβο προς το χωριό Χαλίκι και από εκεί στους Καλαρρύτες. Ένα υπερθέαμα θα ξετυλιχθεί μπροστά στα μάτια σας καθώς οδηγείτε στον φιδογυριστό δρόμο που ενώνει τη Θεσσαλία με την Ήπειρο προς τον «αυχένα» του Μπάρου, στα 1920 μ., το ψηλότερο σημείο όπου φθάνει ασφαλτόδρομος στην Ελλάδα.
Καθώς φιδογυρίζει ο δρόμος τα βουνά διαδέχονται το ένα το άλλο σχηματίζοντας «πτυχώσεις», οι κορυφές ανταγωνίζονται σε μεγαλείο και δεν θα χορταίνετε να τραβάτε φωτογραφίες -ειδικά αν συναντήσετε βοσκούς με τα κοπάδια και τα σκυλιά τους. Να ξέρετε, πάντως, ότι ο δρόμος κλείνει μόλις πέσει το πρώτο χιόνι και ανοίγει πάλι την άνοιξη.
Το γεφύρι της Κουϊάσας
Στα 5 χλμ. από τους Καλαρρρύτες θα βρείτε το μονότοξο γεφύρι της Κουϊάσας του 1800 -ονομασία που σημαίνει «σκιερό μέρος», του 1800. Από εκεί ένα σύντομο μονοπάτι οδηγεί προς τον παλιό αναστηλωμένο μύλο ο οποίος από την άνοιξη μέχρι τον Οκτώβριο λειτουργεί ως καφέ που σερβίρει και μεζεδάκια.
Από την πίσω πλευρά του μύλου ξεκινά μια παραδεισένια διαδρομή προς τους μικρούς καταρράκτες με τα πράσινα νερά και τις λιμνούλες που σχηματίζει στη ροή του ο Καλαρρύτικος.
Η μονή Κηπίνας
Κτίστηκε το 1212 και απέχει 6,5 χλμ. από τους Καλαρρύτες. Αντικρίζοντάς της φωλιασμένη μέσα σε κάθετα βράχια θα εντυπωσιαστείτε, ωστόσο δεν μπορείτε να δείτε πολλά στο εσωτερικό της καθώς μόνο δύο χώροι είναι προσβάσιμοι. Μπορείτε ωστόσο να αγοράσετε εικόνες ζωγραφισμένες από νέους αγιογράφους.
Διαμονή και Φαγητό
Ξενώνας Ναπολέοντα Ζαγκλή
Απλά διακοσμημένα και φιλόξενα δωμάτια, σε παραδοσιακά κτίσματα με αυλές. Υπάρχει και κοινόχρηστο σαλόνι με κουζίνα για να φτιάξετε τον καφέ σας. (Από 70 ευρώ/δίκλινο).
La Godru– Η Γωνία
Τραπεζάκια έξω με υπέροχη θέα στη χαράδρα του Καλαρρύτικου και το ίδιο το χωριό, και παραδοσιακά διακοσμημένη κλειστή βεράντα για το χειμώνα. Θα φάτε μαγειρευτά με κρέας, αλλά και λαδερά, σούπες, χειροποίητες πίτες και της ώρας. Από 12 ευρώ/άτομο.
Άκανθος
Στο καφενείο-παντοπωλείο του Ναπολέοντα θα φάτε πρωινό, θα πιείτε μερακλίδικο ελληνικό καφέ και θα σας μαγειρέψει μερικές από τις σπεσιαλιτέ του όπως προβατίνα γιουβετσάκι, ζυγούρι ή κοτόπουλο στον φούρνο, φασολάδα, γίδα βραστή. Από 10-12 ευρώ/άτομο.