Η Μαρία Ψάρρα είναι ευγενέστατη και πολύ όμορφη -τόσο που θεωρώ πως θα μπορούσε να έχει γίνει μοντέλο. Φτάνει, ντυμένη κομψά, με το μηχανάκι της έξω από το πωλητήριό της όπου την περιμένω. Παρκάρει και κατεβαίνει φουριόζα απολογούμενη επειδή καθυστέρησε λίγα λεπτά.
Ο χώρος ευωδιάζει. Τα προϊόντα σε προσκαλούν να θαυμάσεις τα ωραία τους χρώματα και σχέδια. Και να μυρίσεις το κάθε ένα ξεχωριστά -κάτι που με χαρά θα μου προτείνει να κάνουμε μαζί, θέλοντας να μου χαρίσει εκείνα που πιστεύει ότι μου ταιριάζουν.
Βρίσκομαι κάπου στο κέντρο της νέας πόλης της Ξάνθης και έχω μπροστά μου μια γυναίκα με ασυνήθιστη καταγωγή από οικογένεια σφουγγαράδων που δουλεύουν από πάππου προς πάππο στη Λήμνο. Έζησε για λίγα χρόνια και σπούδασε στην Αμερική, για να βρεθεί στην Ξάνθη όπου έφτιαξε τη δική της μικρή επιχείρηση.
«Ο παππούς μου ο Χρυσόστομος, ήρθε το 1921 στη Λήμνο από την Παλιά Κούταλη της Μικράς Ασίας. Από το 1954 η οικογένειά μου είχε καΐκια που έφευγαν για να αλιεύσουν σφουγγάρια στην περιοχή της Ίμβρου και της Τενέδου. Μετά τα πουλούσαν στην Κίνα και κυρίως στην Αγγλία όπου τα χρησιμοποιούσαν για να πλένουν τα άλογα. Γι’ αυτό και οι μετρήσεις των σφουγγαριών τότε ήταν σε ίντσες και την αξία τους την αποτιμούσαν σε λίρες», λέει.
Όπως θα διαβάσω σε άρθρο για το θέμα, οι Κουταλιανοί που ήρθαν στη Λήμνο μετά τη Μικρασιατική καταστροφή έφεραν μαζί τους την τεχνογνωσία της αλίευσης σφουγγαριών. Ετσι, άλλαξαν την οικονομία του νησιού όπου τότε ήταν ανεπτυγμένη κυρίως η κτηνοτροφία. Προέρχονταν από ένα από τα τέσσερα νησιά της Προποντίδας, κοντά στη Χερσόνησο της Κυζίκου.
Οι κάτοικοι της Κούταλης ασχολούνταν με τη ναυτιλία, την αλιεία και τη σπογγαλιεία. Όμως, το γεγονός ότι ένα καράβι ναυάγησε αύτανδρο το 1862, τους ώθησε να ασχοληθούν πιο συστηματικά με τη σπογγαλιεία.
«Όλη η οικογένεια δούλευε στα σφουγγάρια και εμάς τα παιδιά μας έβαζαν να τα κόβουμε και να τα χτυπάμε με ξύλα, ώστε να βγάλουμε τις πέτρες. Θυμάμαι ότι πήγαινα με το καΐκι του παππού για σφουγγάρια, αλλά φυσικά δεν με άφηναν να βουτήξω, ήταν επικίνδυνο. Έχω κατέβει μέχρι 7 μέτρα. Εκείνοι κατέβαιναν έως και 40. Ο παππούς μου δεν ζει πλέον, αλλά ο αδερφός του που πέθανε φέτος βουτούσε μέχρι και 78 χρονών στα 15 μέτρα. Είχε απίστευτη φυσική κατάσταση».
Στη δεκαετία του ‘80 τα σφουγγάρια αρρώστησαν (επηρεασμένα, όπως λέει η Μαρία, και από το πυρηνικό ατύχημα στο Τσερνόμπιλ το 1986) και τα καΐκια σταμάτησαν τα ταξίδια τους. «Πάθαμε μεγάλη ζημιά. Το 1987 ο πατέρας μου αποφάσισε να στραφούμε στα συνθετικά σφουγγάρια. Τα δικά μας είναι υδρόφιλα και δεν έχουν σχέση με αυτά που αγοράζεις στα μαγαζιά», λέει.
«Μετά φτιάξαμε σφουγγάρια για βιομηχανικές εφαρμογές και τα στέλναμε σε μεγάλες ποσότητες στην Αμερική. Πλέον εξάγουμε χιλιάδες σφουγγάρια για επαγγελματίες και σε Καναδά, Χιλή, Μεξικό, Ισπανία, Αγγλία, Ισραήλ».
Η οικογενειακή επιχείρηση επλήγη, όπως πολλές άλλες, στην περίοδο του covid, όταν οι εξαγωγές σταμάτησαν. Το 2014 η Μαρία, μαζί με τον σύζυγό της Γρηγόρη και τον γιό τους, ήρθε στην Ξάνθη. «Μείναμε κυρίως επειδή αρέσει στον μικρό. Κι εμένα με γοητεύει με τον πολυπολιτισμικό της χαρακτήρα. Γύρω της υπάρχει απίστευτη φυσική ομορφιά – ο Νέστος, τα βουνά. Και η θάλασσα είναι στα 30 χλμ.».
Οσο διαρκούσε ο covid, εκείνη δεν πτοήθηκε και σκέφτηκε να κάνει τη δική της μικρή επιχείρηση με έδρα την πόλη, και να φτιάξει το e-shop της. «Αφού δεν μπορούσαμε να εξάγουμε σφουγγάρια, άρχισα να κάνω σαπούνια για να μπορέσω να τα λανσάρω τουλάχιστον στην ελληνική αγορά. Εγινα γνωστή από τα stories που ανέβαζα στα social media, και μετά από στόμα σε στόμα».
Σε λίγο θα με οδηγήσει στον μεγάλο υπόγειο χώρο όπου αποθηκεύει τα προϊόντα της και τα συσκευάζει ανάλογα με τη ζήτηση -για λιανική πώληση, ή χονδρική. Καθώς ποζάρει για τη φωτογράφιση βλέπω σε μεγάλες διαφανείς κούτες τα περισσότερα από αυτά: Φυσικά σαπούνια για διάφορες εξειδικευμένες χρήσεις, αρωματικά έλαια για το σπίτι, φυσικά κεριά, ξηρά λάδια για το σώμα, συνθετικά σφουγγάρια: «Φτιάχνουμε άλλα σφουγγάρια για νεογέννητα και άλλα για παιδιά και γυναίκες.
Για τους …σκληρούς άντρες υπάρχει το μαύρο που είναι τραχύ σε υφή», μου λέει χαμογελώντας. «Τα αιθέρια έλαια τα αγοράζω από εταιρείες στην Ελλάδα. Κάνω μίξεις και ό,τι άρωμα μου αρέσει το παράγω μετά», καταλήγει.
Η Μαρία δεν ξέρει αν θα μείνει για πολύ καιρό στην Ξάνθη. Δεν θέλει όμως και να γυρίσει στη Λήμνο, αφού προτιμάει τη στεριά όπου μπορείς να κινείσαι ελεύθερα χωρίς τους περιορισμούς των πλοίων και των κακοκαιριών. «Το μέλλον δεν το ξέρεις. Ωστόσο, επειδή είμαι σαν τον χαμαιλέοντα μπορώ να προσαρμόζομαι στις συνθήκες. Το μόνο που γνωρίζω είναι ότι ποτέ δεν θα αφήσω το εμπόριο των σφουγγαριών. Είναι αυτό που αγαπάω».
www.treatmewell.gr